Ο Παυσανίας ήταν σπαρτιάτης στρατηγός από τον οίκο των Αγιαδών. Ως επίτροπος του Πλειστάρχου, γιου του Λεωνίδα, ηγήθηκε του ελληνικού στρατού στις Πλαταιές. Εκεί νίκησε τους Πέρσες, αφού τους ανάγκασε να πολεμήσουν στις υπώρειες του Κιθαιρώνα, όπου δεν μπορούσε να αναπτυχθεί το ιππικό τους. Μετά τη μάχη θέλησε να παρουσιάσει τον τρίποδα που αφιέρωσαν οι Έλληνες στους Δελφούς ως προσωπικό του ανάθημα. Πολιόρκησε τη Θήβα και πέτυχε να του παραδοθούν όσοι είχαν συνεργαστεί με τους Πέρσες. Στη συνέχεια, ως επικεφαλής του ελληνικού στόλου πολέμησε αρχικά στην Κύπρο και κατέλαβε το Βυζάντιο, που αποτελούσε ισχυρή περσική βάση. Η φιλοδοξία του, ωστόσο, τον οδήγησε να προσεγγίσει τους Πέρσες. Προσέλαβε σωματοφυλακή από Πέρσες και Αιγυπτίους και υιοθέτησε τη μηδική ενδυμασία. Πρότεινε στο βασιλιά των Περσών να τον βοηθήσει να υποτάξει την Ελλάδα με αντάλλαγμα να αναγνωριστεί εκείνος ηγεμόνας της. Το 477 π.Χ. οι Σπαρτιάτες τον ανακάλεσαν από τη Θράκη λόγω της δεσποτικής συμπεριφοράς του. Αθωώθηκε τότε από την κατηγορία για μηδισμό, αλλά επέστρεψε λίγο αργότερα εκεί και συγκρότησε ένα μισθοφορικό σώμα, για να κυριεύσει το Βυζάντιο. Νικήθηκε όμως από τον Κίμωνα και κατέφυγε στην Τρωάδα, από όπου συνέχισε τις διαπραγματεύσεις του με τους Πέρσες. Όταν ανακλήθηκε για δεύτερη φορά στη Σπάρτη, άρχισε να οργανώνει συνομωσία με σκοπό την εξέγερση των ειλώτων. Αποκαλύφθηκε, ωστόσο, η αλληλογραφία του με τον πέρση σατράπη Αρτάβαζο και καταδιωκόμενος ζήτησε άσυλο στο ναό της Χαλκιοίκου Αθηνάς. Οι Σπαρτιάτες τότε αφαίρεσαν τη στέγη του ναού και έχτισαν τις εξόδους του, καταδικάζοντάς τον έτσι σε θάνατο από ασιτία. | |