Ο γάμος αποτελούσε τη διαδικασία δημιουργίας της οικογενειακής μονάδας, του οίκου, μέσα από τον οποίο διαβιβαζόταν το δικαίωμα του πολίτη στην αθηναϊκή κοινωνία και εξασφαλιζόταν η αναπαραγωγή νόμιμων παιδιών. Oι γυναίκες στην κλασική Αθήνα παντρεύονταν σε μικρή ηλικία, δηλαδή από δεκαπέντε χρονών και εξής. Αντίθετα, οι άντρες δεν παντρεύονταν πριν από την ενηλικίωσή τους -πριν δηλαδή από τα δεκαοχτώ τους χρόνια-, ενώ συχνά αυτό συνέβαινε μετά τη στρατιωτική τους θητεία, η οποία διαρκούσε δύο χρόνια, από τα δεκαοχτώ τους μέχρι τα είκοσί τους. |
Ενώ ο γάμος υφίστατο νομικά από τη στιγμή της εγγύης, οι διαδικασίες ολοκληρώνονταν με τη μετακόμιση της κοπέλας στο σπίτι του μελλοντικού συζύγου της. Οι γαμήλιες τελετές στην κλασική Aθήνα διαρκούσαν τρεις ημέρες. Tην ημέρα πριν από το γάμο τελούνταν τα προαύλια και την επομένη του γάμου τα επαύλια (τα ονόματα αυτά παράγονται από το ρήμα "αυλίζομαι", που σημαίνει "περνώ τη νύχτα"). Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, οι Αθηναίοι προτιμούσαν να παντρεύονται το χειμώνα. Πολλοί γάμοι τελούνταν το μήνα Γαμηλιώνα, ο οποίος αποτελούσε τον έβδομο μήνα του αθηναϊκού έτους και ήταν αφιερωμένος στην Ήρα, στην προστάτιδα του γάμου.
| |
|||
|