|
Η κοσμηματοποιία γνώρισε μεγάλη άνθιση κατά την Αρχαϊκή περίοδο. Η αναπτυγμένη μεταλλευτική δραστηριότητα της εποχής και η διεύρυνση των εμπορικών συναλλαγών μέσω των αποικιών εξασφάλιζαν τα απαραίτητα πολύτιμα μέταλλα. Η επαφή με την Ανατολή έδωσε νέα ώθηση στις τεχνικές και η πλούσια εικονογραφία της κέντρισε τη φαντασία των ελλήνων τεχνιτών. Οι σημαντικότερες πηγές χρυσού που ελέγχονταν από τους Έλληνες στα αρχαϊκά χρόνια ήταν οι ποταμοί Πακτωλός στη Μικρά Ασία και Εχέδωρος (Γαλλικός) στη Μακεδονία, το όρος Παγγαίο, η Θάσος και η Σίφνος. Στην Ελλάδα έφτανε επίσης χρυσός από τα κοιτάσματα της Αιγύπτου, της Νουβίας, της Λυδίας και του Καυκάσου. Στις περισσότερες από τις παραπάνω περιοχές γινόταν και μετάλλευση αργύρου, ενώ τα |
Οι κυριότερες τεχνικές ήταν η σφυρηλάτηση, η εμπίεστη εργασία σε λίθινες, ξύλινες και χάλκινες μήτρες, η εγχάραξη, η χρήση σταμπών για τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα, η χύτευση με τη μέθοδο του "χαμένου κεριού", η χύτευση σε μήτρες, η συρματερή τεχνική και η τεχνική της κοκκίδωσης. Οι δύο τελευταίες τεχνικές απαιτούσαν υψηλή επιδεξιότητα και ήταν γνωστές στη Φοινίκη και την Ετρουρία. Η κοκκίδωση έφτασε σε υψηλό επίπεδο ομοιομορφίας και ευθυγράμμισης των κοκκίδων, στη διάρκεια του 7ου αιώνα π.Χ., στη Ρόδο. Η συρματερή τεχνική χρησιμοποιήθηκε πολύ επιτυχημένα σε μία σειρά από σκουλαρίκια του 6ου αιώνα π.Χ. στη Μακεδονία. |
Η Ρόδος έχει δώσει μία σειρά εντυπωσιακών περιδέραιων αποτελούμενα από πλακέτες με παραστάσεις της Ποτνίας θηρών. Εξίσου λεπτοδουλεμένα περιδέραια προέρχονται από τη Σίνδο της Μακεδονίας με πηνιόσχημες και αγγειόσχημες ψήφους και περίαπτα δουλεμένα με συρματερή τεχνική και κοκκίδωση, τα οποία χρονολογούνται στο β' μισό του 6ου αιώνα π.Χ. Τέλος, μεμονωμένα αλλά ενδιαφέροντα κομμάτια προέρχονται από την Ελευσίνα, την Ερέτρια και τη Θήρα. Επιπλέον, από τη Σίνδο και την περιοχή της Οχρίδας γνωρίζουμε αρκετές περόνες με δισκόμορφη ή σφαιρική κεφαλή, καθώς και πόρπες με κυλινδρικά εξαρτήματα. |
| |
|
Σημείωση: Επιλέγοντας τις εικόνες θα δείτε μια σύντομη περιγραφή. |