|
Πολλά εργαστήρια χαλκοπλαστικής άνθισαν στην Πελοπόννησο, τον 6ο αιώνα π.Χ., με παλαιότερο πιθανόν εκείνο του ’ργους. Τα χαρακτηριστικά του εργαστηρίου αυτού τα συναντάμε και στη μεγάλη πλαστική της περιοχής, όπως στα αγάλματα του Κλέοβη και του Βίτωνα: μυώδη σώματα με τονισμένες τις αρθρώσεις, σφαιρικά κεφάλια, ισχυροί μηροί και βαριές αναλογίες που εκφράζουν ρώμη αλλά όχι πνευματικότητα. |
Στην Κεντρική Ελλάδα τα εργαστήρια της Βοιωτίας και της Θεσσαλίας, παρότι δεν έπαψαν ποτέ να δημιουργούν, δεν κατάφεραν να αναπτύξουν μία δική τους τεχνοτροπία. Ο επαρχιακός χαρακτήρας των έργων τους δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το επίπεδο της απλής αντιγραφής. Αντίθετα, στη Μακεδονία, όπου μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν αδύνατον ακόμη και να υποθέσουμε την ύπαρξη εργαστηρίων χαλκοπλαστικής, φαίνεται όλο και πιο πιθανόν να ανθούσε μία πολυσυλλεκτική τεχνοτροπία με στοιχεία κυρίως ιωνικά και κορινθιακά. Οι έρευνες των τελευταίων χρόνων έφεραν στο φως περισσότερα έργα, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που παρατηρούνται ήδη στον "οκλάζοντα της Έδεσσας" και "τον Ηρακλή της Αμφίπολης". Μέχρι στιγμής όμως το φαινόμενο αυτό παρατηρείται πιο καθαρά στο χώρο της τορευτικής. |
Ιδιαίτερο κεφάλαιο της χαλκουργίας αποτελούν τα έργα από τη Μεγάλη Ελλάδα και τη Σικελία. Στις περιοχές αυτές κυκλοφορούν κυρίως τορεύματα κορινθιακά και λακωνικά, που επηρεάζουν τα τοπικά εργαστήρια. Δεν πρόκειται όμως για μίμηση, καθώς τα ιταλιωτικά εργαστήρια αναμειγνύουν τα διάφορα στοιχεία με τον τρόπο που χαρακτηρίζει όλη την τέχνη των δυτικών αποικιών. Τρέφουν μία ιδιαίτερη αγάπη για τα στολίδια, ενώ αδιαφορούν για τη λεπτομέρεια και την ακρίβεια. Οι ανατομικές γραμμές σχηματοποιούνται και οι αναλογίες υπακούουν στο διακοσμητικό χαρακτήρα των έργων αυτών. Σημαντικά κέντρα πρέπει να υπήρξαν η Κύμη και ο Τάραντας, στον οποίο είναι εμφανείς -όπως και στους Επιζεφύριους Λοκρούς- οι λακωνικές επιδράσεις.
| |
|
Σημείωση: Επιλέγοντας τις εικόνες θα δείτε μια σύντομη περιγραφή. |