|
Η θυσία, για την οποία οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμποιούσαν την έκφραση "τελείν τα ιερά", ήταν απλώς η σφαγή σε ένα συγκεκριμένο χώρο ενός κατοικίδιου ζώου και η κατανάλωση του κρέατός του από τους συμμετέχοντες σε αυτή. Η θυσία τελούνταν εκ μέρους ενός ατόμου ή μίας ομάδας στο βωμό, που ήταν αφιερωμένος σε έναν και σπανίως σε περισσότερους θεούς. Σύμφωνα με τα μέτρα των αρχαίων ο ταύρος ήταν το καταλληλότερο ζώο για θυσία και αμέσως μετά ακολουθούσε το βόδι. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις θυσιαζόταν μία εκατοντάδα βοδιών και τότε η θυσία ονομαζόταν εκατόμβη. Αναφορές σε εκατόμβες έχουμε κυρίως στους μύθους και τους επικούς κύκλους, εφόσον στην πραγματικότητα τόσο πολυδάπανες θυσίες ήταν πολύ σπάνιες. Στα ζώα που θυσιάζονταν συμπεριλαμβάνονταν το πρόβατο, η αίγα, ο χοίρος, ο πετεινός και οι όρνιθες, ενώ άλλου είδους πουλερικά ή ψάρια δεν αποτελούσαν συνηθισμένη περίπτωση θυσίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα ζώα που επιλέγονταν, για να ευχαριστήσουν τους θεούς, ήταν μεγάλα θερμόαιμα θηλαστικά. Το αίμα χρειαζόταν να κυλήσει άφθονο και ο βωμός να ραντιστεί με αυτό. Η εικόνα αυτή, που οπωσδήποτε ενέπνεε φόβο, κατά ένα παράξενο τρόπο λειτουργούσε αποτρεπτικά για τις ανησυχίες των ανθρώπων της εποχής. Ο "φόνος" του ζώου τόνιζε την ιερότητα της ανθρώπινης ζωής. Γι' αυτό σε κανένα δεν επιτρεπόταν να βλάψει όποιον καθόταν πάνω ή δίπλα σε βωμό. Ο άνθρωπος αυτός, που ονομαζόταν ικέτης, ανήκε στο θεό και ο φόνος του επέφερε μίασμα στην πόλη, που μπορούσε να οδηγήσει ακόμα και στην καταστροφή της. |
Στη συνέχεια ο θύτης με το μαχαίρι της θυσίας έκοβε λίγες τρίχες από το μέτωπο του ζώου και τις έριχνε στη φωτιά (απάρχεσθαι), ενέργεια που ήταν η τελευταία στη σειρά των προετοιμασιών. Τα μικρότερα ζώα τα σήκωναν πάνω από το βωμό και τους έκοβαν το λαιμό, ενώ τα βόδια και τους ταύρους τα χτυπούσαν με πέλεκυ στο σβέρκο και στη συνέχεια τούς έκοβαν την καρωτίδα. Τη στιγμή αυτή οι παρευρισκόμενες γυναίκες έπρεπε να κραυγάζουν σε οξείς τόνους (ολολυγή). Το αίμα συλλεγόταν σε λεκάνη, για να ραντιστεί ο βωμός, και πριν από όλα αφαιρούνταν η καρδιά και τα σπλάχνα του ζώου, για να ψηθούν στη φωτιά του βωμού και να φαγωθούν ευθύς αμέσως από τους μετέχοντες. Παράλληλα το ζώο τεμαχιζόταν και γδερνόταν. Ξεχώριζαν τα μη βρώσιμα σημεία του (οστά) και τα τοποθετούσαν με τρόπο που να ανασυνθέτουν συμβολικά το ζώο σε ένα σωρό ξύλων, για να καούν. Μαζί τους καίγονταν ακόμα μικρές ποσότητες τροφών (άρτος, χυλός), ενώ χυνόταν κρασί στη φωτιά, για να δυναμώσει. Μόνο μετά την ολοκλήρωση αυτών των πράξεων ξεκινούσε το ψήσιμο ή το βράσιμο του κρέατος που καταναλωνόταν στο θυσιαστήριο γεύμα. Σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα δεν επιτρεπόταν σε κανένα να πάρει στο σπίτι του κρέας από τη θυσία. |
| |
|
Σημείωση: Επιλέγοντας τις εικόνες θα δείτε μια σύντομη περιγραφή. |