|
Η κληρονομική διαδοχή για τον αθηναϊκό οίκο ισοδυναμούσε με τη μεταβίβαση της εξουσίας του κυρίου του οίκου σε ένα νέο πρόσωπο. Αυτό το πρόσωπο, μαζί με την κυριότητα και τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων, αναλάμβανε και τη δημόσια εκπροσώπηση του οίκου. Τα επιμέρους δικαιώματα των μελών του είχαν ισχύ μόνον έναντι του οικογενειακού δικαίου. Για την πόλη εκφραστής των δικαιωμάτων αυτών ήταν πάντοτε ο πολίτης. Με το θάνατό του, η πόλη εξέταζε τα δικαιώματα του κάθε μέλους, ώστε να ελέγχεται η διαδοχή. |
Η διαθήκη στην αρχαία Αθήνα -όπως άλλωστε και οι περισσότερες δικαιοπραξίες- δεν ήταν υποχρεωτικό να συντάσσεται γραπτά. Οι μάρτυρες όμως ήταν απαραίτητοι, εφόσον ήταν μόνο προφορική. Δεν ίσχυε επίσης η αρχή της εγκυρότητας της νεότερης διαθήκης. Σε περίπτωση μεταβολής μίας γραπτής διαθήκης έπρεπε να καταστραφούν όλα τα αντίγραφα της παλαιότερης.
Πολλοί λόγοι μπορούσαν να καταστήσουν άκυρη μία διαθήκη. Πρώτα από όλα έπρεπε να είναι σύννομη με το δικαίωμα της κληροδοσίας, καθώς μόνο οι άντρες μπορούσαν να συντάσσουν διαθήκη. Κι από τους άντρες πάλι αποκλείονταν όσοι είχαν τιμωρηθεί με ατιμία, όσοι από τους δημόσιους λειτουργούς δεν είχαν λογοδοτήσει ακόμα για το δημόσιο χρήμα που διαχειρίστηκαν και -σύμφωνα με ένα νόμο του Σόλωνα που μας παραδίδει ο Δημοσθένης- όσοι δεν είχαν ακέραιες τις πνευματικές τους ικανότητες. Ως αιτίες για να ισχύσει η τελευταία περίπτωση μπορούσαν να θεωρηθούν τα γηρατειά, η παραφροσύνη (μανία), η επίδραση κάποιου φίλτρου ή γυναίκας και τέλος η οποιαδήποτε άσκηση βίας στο διαθέτη.
Όσον αφορά την ίδια την κληρονομιά, μόνο οι άμεσοι απόγονοι μπορούσαν να την αποκτήσουν αυτοδίκαια. Οι υπόλοιποι, όπως οι εκ πλαγίου, ήταν απαραίτητο να τη διεκδικήσουν με αίτηση προς τον επώνυμο άρχοντα. Η οριστική απόφαση (επιδικασία) μπορούσε να δοθεί από τον άρχοντα για τις απλές υποθέσεις. Όταν περισσότεροι συγγενείς διεκδικούσαν την κληρονομιά, η υπόθεση παραπεμπόταν στο δικαστήριο.
| |
|
Σημείωση: Επιλέγοντας τις εικόνες θα δείτε μια σύντομη περιγραφή. |