Με τον όρο αρχιτεκτονική γλυπτική εννοούμε τα γλυπτά εκείνα (ολόγλυφα ή ανάγλυφα) που χρησιμεύουν ως διάκοσμος σε δημόσια κυρίως κτήρια. Τα περισσότερα σωζόμενα παραδείγματα προέρχονται από ναούς. Τα κυρίως αρχιτεκτονικά γλυπτά είναι οι συνθέσεις του αετώματος, τα ακρωτήρια και τα ανάγλυφα των μετόπων ή της ζωφόρου, ανάλογα με το αν το κτήριο είναι δωρικού ή ιωνικού ρυθμού. Άλλα τμήματα του κτηρίου που μπορεί να φέρουν γλυπτές παραστάσεις είναι οι κίονες, οι τοίχοι της βάσης ή τα προστατευτικά θωράκια. Oι ιδιοτυπίες αυτές εμφανίζονται κυρίως σε κτήρια ιωνικού ρυθμού. Εκτός από ανάγλυφα με παραστάσεις εμφανίζονται και πολλά διακοσμητικά μοτίβα, των οποίων η θέση καθορίζεται συνήθως από τον αρχιτεκτονικό ρυθμό. |
Κατά κανόνα τα αρχιτεκτονικά γλυπτά φέρουν έκδηλα τα χαρακτηριστικά της χρήσης για την οποία προορίζονταν: λαμβάνουν υπόψη τους μια προοπτική από κάτω προς τα πάνω, εφόσον ο θεατής βρισκόταν χαμηλότερα, δε δίνεται μεγάλη προσοχή σε λεπτομέρειες αόρατες από απόσταση, μένουν αδούλευτες πλευρές που δε φαίνονται και χρησιμοποιείται το χρώμα για το βάθος, ώστε να τονίζεται το περίγραμμα των μορφών, αλλά και για τα μαλλιά, τα μάτια, τα χείλη και τα ενδύματα, για να διακρίνονται καλύτερα.
Εντελώς ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί ο γλυπτός διάκοσμος του Παρθενώνα, με τις μετόπες, τη ζωφόρο και τις εναέτιες συνθέσεις. Από το β' μισό του
| |
|||
|