Πολλοί είναι οι γλύπτες που δημιούργησαν κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. Αν και οι περισσότεροι μαθήτευσαν ή εργάστηκαν για κάποιο διάστημα στην Αθήνα, όλοι τους ταξίδευαν πολύ και ιδίως στο β' μισό του αιώνα εργάστηκαν στην Πελοπόννησο, τη Μικρά Ασία και τη μακεδονική αυλή.

Από τους παλιότερους γλύπτες αυτού του αιώνα ήταν ο Kηφισόδοτος ο Αθηναίος, πατέρας του Πραξιτέλη. Το σημαντικότερο έργο του ήταν ένα άγαλμα της Ειρήνης με τον Πλούτο. Ο Πραξιτέλης προχώρησε πολύ πέρα από την τεχνοτροπία του πατέρα του. Δημιούργησε λυγερές, νεανικές μορφές με γλυκύτητα και θηλυκή χάρη. Τα πρόσωπά τους έχουν χαρακτηριστικά λεπτά και ονειροπόλα. Πρώτος αυτός απεικόνισε γυμνή τη θεά Αφροδίτη για την Κνίδο, δημιουργώντας ένα πρότυπο για το γυναικείο γυμνό που διήρκεσε ως τα ρωμαϊκά χρόνια. Στα σημαντικότερα έργα του συγκαταλέγονται ο Ερμής της Άνδρου και ο Ερμής με το Διόνυσο στην Ολυμπία, ο Σάτυρος κεραστής, ο Απόλλων σαυροκτόνος και η Αφροδίτη της Arles. Με το εργαστήριό του συνδέονται ακόμα ο Έφηβος του Μαραθώνα και η μικρή και η μεγάλη Ηρακλειώτισσα.


Ο κορίνθιος Ευφράνορας κατασκεύασε το άγαλμα του Απόλλωνα Πατρώου στο ναό της Αγοράς. Σ' αυτόν αποδίδονται από πολλούς μελετητές και τα χάλκινα αγάλματα της Άρτεμης και της Αθηνάς από τον Πειραιά καθώς και ο περίφημος Έφηβος των Αντικυθήρων, που πιθανότατα απεικονίζει τον Πάρη. Ο Τιμόθεος (από την Επίδαυρο ή το Άργος) και ο Σκόπας ο Πάριος είναι περισσότερο γνωστοί από τα αρχιτεκτονικά γλυπτά ναών στην Επίδαυρο και την Τεγέα. Στον πρώτο αποδίδεται το άγαλμα της Λύδας και του κύκνου και στο δεύτερο κορμός Μαινάδας σε βακχικό οίστρο. Ο Σκόπας ξεχωρίζει για την κατάκτηση του τρισδιάστατου χώρου και την απόδοση του πάθους στις μορφές του. Εξάλλου σ' αυτόν προσγράφονται αγάλματα του Έρωτα, του Πόθου και του Ίμερου που έφτιαξε για τα Μέγαρα.

Ο Τιμόθεος και ο Σκόπας συμμετείχαν μαζί με το Λεωχάρη τον Αθηναίο και το Βρύαξη (από την Aθήνα ή την Kαρία) στη διακόσμηση του Μαυσωλείου της Αλικαρνασσού. Ένα από τα πιο ονομαστά έργα του Λεωχάρη ήταν το χάλκινο σύμπλεγμα του Διός-Αετού και του Γανυμήδη. Δημιούργησε επίσης πέντε χρυσελεφάντινα αγάλματα για το Φιλιππείο της Ολυμπίας, την ’ρτεμη των Βερσαλλιών, τον Απόλλωνα Belvedere και το σύνταγμα του Αλεξάνδρου και του Κρατερού στους Δελφούς. Στο Βρύαξη αποδίδονται οι ανδριάντες του Mαυσώλου και της Aρτεμισίας και πιθανόν ένα λατρευτικό κολοσσικό άγαλμα του Σάραπη.

Ο Λύσιππος από τη Σικυώνα αντιπροσωπεύει μαζί με το Λεωχάρη το τέλος της κλασικής και ταυτόχρονα την αυγή της ελληνιστικής γλυπτικής. Οι μορφές του ολοκληρώνουν τα επιτεύγματα του Σκόπα και απλώνονται στις τρεις διαστάσεις, προσφέροντας στο θεατή περισσότερες αισθητικά άρτιες όψεις. Είναι ψηλόλιγνες, εύκαμπτες, μυώδεις και με σχετικά μικρό κεφάλι. Ο Λύσιππος ήταν περίφημος πορτρετίστας και ο Μέγας Αλέξανδρος μόνον αυτόν εμπιστευόταν για τα πορτρέτα του. Από τα έργα του περισσότερο φημισμένα είναι ο Αποξυόμενος, ο Αγίας από το σύνταγμα του Δαόχου στους Δελφούς, ο Ηρακλής Farnese και ο ’ρης Ludovisi. Τέλος, στο έργο του Έρωτας Τοξότης απέδωσε για πρώτη φορά με ρεαλισμό τα παιδικά χαρακτηριστικά.



| εισαγωγή | τέχνες | γράμματα | εκπαίδευση | θρησκεία | Κλασική Εποχή

Σημείωση: Επιλέγοντας τις εικόνες μπορείτε να δείτε αυτές σε μεγέθυνση, καθώς και τις επεξηγήσεις τους.
Οι υπογραμμισμένες παραπομπές (links) οδηγούν σε σχετικά με αυτές κείμενα, ενώ οι μη υπογραμμισμένες αποτελούν επεξηγηματικό γλωσσάρι.