Ο ρήτορας Λυσίας αναφέρει ότι τον 4ο αιώνα π.Χ. οι έμποροι περιορίζονταν από το νόμο να μην κερδίζουν περισσότερο από 1 οβολό για κάθε μέδιμνο (40 κιλά) σιταριού που πουλούσαν. Επίσης αναφέρει ότι όσοι από αυτούς αγόραζαν το σιτάρι από τους παραγωγούς ή τους εισαγωγείς είχαν το δικαίωμα να κερδίζουν μόνο για εμπόρευμα μέχρι 50 μεδίμνους. Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλιζόταν η σταθερή διάθεση σιταριού στην πόλη από το εμπόριον -την εμπορική συνοικία του Πειραιά- ενώ παράλληλα αποτρεπόταν η συγκέντρωσή του στα χέρια λίγων, που θα είχε ως επακόλουθο την κερδοσκοπική εκμετάλλευσή του σε καιρούς έλλειψης.

Σε περιόδους που σημειωνόταν κρίση στην προμήθεια σιτηρών, οι Αθηναίοι έπαιρναν μέτρα έκτακτης ανάγκης. Επιλεγόταν ένα συγκεκριμένο μέρος από όπου οι πολίτες μπορούσαν να προμηθευτούν το μερίδιο που τους αναλογούσε και διορίζονταν οι σιτώνες, οι υπεύθυνοι για το χειρισμό και τη διανομή του σιταριού που είτε είχε αγοράσει η πόλη είτε της είχε δοθεί ως δώρο.

Επίσης ήταν παράνομο για κάθε Αθηναίο, πολίτη ή μέτοικο, να δανείζει χρήματα σε άτομα που χρησιμοποιούσαν τα πλοία τους για τη μεταφορά προϊόντων σε άλλες πόλεις εκτός της Αθήνας. Έτσι, η πόλη επηρέαζε έμμεσα το εισαγωγικό εμπόριο ορίζοντας με νομοθεσία ότι τα ναυτικά δάνεια που συνάπτονταν μέσα στην επικράτειά της ίσχυαν μόνο για τις μεταφορές φορτίων προς την Αθήνα. Για την εξέταση των παρανομιών και την επιβολή ποινών υπεύθυνος ήταν ο επιμελητής του εμπορίου.

Στην Αθήνα απαγορευόταν η εξαγωγή των προϊόντων που παράγονταν στην Αττική, με μόνη εξαίρεση το ελαιόλαδο και τα σύκα. Δεν είναι όμως βέβαιο εάν επρόκειτο για μόνιμο μέτρο, ή εάν επιβαλλόταν σε καιρό πολέμου. Αντίθετα είναι γνωστά και μάλλον αναμενόμενα κάποια παραδείγματα ανυπακοής, όπως μαρτυρεί ο Αριστοτέλης περιγράφοντας την περίπτωση ενός τελωνειακού υπαλλήλου που μετέφερε λαθραία υλικό για τον εξοπλισμό πλοίου στην Επίδαυρο.


| εισαγωγή | γαιοκτησία-γεωργία | εμπόριο | μεταλλεία | Κλασική Εποχή
| κρατική πρόνοια | λειτουργίες | ιδιωτική περιουσία |

Σημείωση: Επιλέγοντας τις εικόνες μπορείτε να δείτε αυτές σε μεγέθυνση, καθώς και τις επεξηγήσεις τους.
Οι υπογραμμισμένες παραπομπές (links) οδηγούν σε σχετικά με αυτές κείμενα, ενώ οι μη υπογραμμισμένες αποτελούν επεξηγηματικό γλωσσάρι.