Στην τελευταία βαθμίδα του κρηπιδώματος, το στυλοβάτη, χτίζονταν οι τοίχοι του σηκού και η περίσταση. Κάποτε τοποθετούνταν και εσωτερικές κιονοστοιχίες για τη στήριξη της οροφής. Οι κίονες αποτελούνταν από σπονδύλους, που συνέκλιναν προς τα πάνω δημιουργώντας μία αμυδρά έως έντονα κυρτή καμπύλη, τη λεγόμενη ένταση. Έφεραν καθ' ύψος ραβδώσεις λαξευμένες βαθύτερες χαμηλά και πιο ρηχές στην κορυφή. Οι παραστάδες επιστέφονταν με ειδικά "κιονόκρανα", τα καλούμενα επίκρανα.

Το τμήμα του οικοδομήματος πάνω από τους τοίχους και τους κίονες, ο θριγκός, περιελάμβανε το επιστύλιο, το διάζωμα και το γείσο. Αρχικά, ο θριγκός είτε ήταν εξ' ολοκλήρου από ξύλο, είτε ξύλινος με πήλινη επένδυση. Αργότερα ένα μέρος του κατασκευαζόταν από λίθο ή μάρμαρο, αλλά η κεράμωση του παρέμεινε πήλινη εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως στον Παρθενώνα όπου ακόμα και αυτή ήταν μαρμάρινη. Η οροφή, ξύλινη ή λιθόγλυπτη, είχε συνήθως τη μορφή διακοσμημένων επάλληλων τετράγωνων εσοχών, που ονομάζονταν φατνώματα. Οι δύο επικλινείς πλευρές της στέγης δημιουργούσαν στις στενές πλευρές της έναν τριγωνικό χώρο, το αέτωμα, η πίσω πλευρά του οποίου κλεινόταν από κάθετο τοίχο, το τύμπανο. Στα πρώιμα χρόνια το αέτωμα διακοσμούσαν ανάγλυφες παραστάσεις και αργότερα κυρίως ολόγλυφες αγαλματικές συνθέσεις. Φυτικά μοτίβα ή αγάλματα, τα λεγόμενα ακρωτήρια, τοποθετούνταν επίσης στις έξι γωνίες της δίριχτης στέγης.


Δύο κυρίως τύποι κεράμωσης χρησιμοποιήθηκαν από τους Έλληνες. Η λακωνική, στην οποία οι στρωτήρες και οι καλυπτήρες είναι κυρτοί, και η κορινθιακή, στην οποία και τα δύο αυτά στοιχεία είναι επίπεδα. Μία τρίτη κατηγορία, λιγότερο διαδεδομένη, συνδυάζει επίπεδους στρωτήρες με κυρτούς καλυπτήρες και ονομάζεται σικελική. Oι στρωτήρες των άκρων της στέγης κατέληγαν σε ένα κάθετο τμήμα, τη σίμη, προορισμένο για τη συγκράτηση των υδάτων της βροχής. Η σίμη έφερε ανοίγματα για την εκροή των υδάτων, συχνά διακοσμημένα με κεφαλές λεόντων. Αντίστοιχα, οι καλυπτήρες των άκρων της στέγης, οι οποίοι ονομάζονταν ηγεμόνες, κατέληγαν σε κεφαλές ανθρώπων ή μυθικών όντων και αργότερα σε ανθέμια. Με ανθέμια επίσης ήταν διακοσμημένοι και οι κεντρικοί καλυπτήρες στη ράχη της στέγης.


Ο διάκοσμος, είτε γλυπτός είτε ζωγραφικός, εναλλασσόταν με τις ακόσμητες επιφάνειες. Πάνω στη λιτή υποδομή υψώνονταν οι κίονες με ραβδώσεις που επιστέφονταν από το διακοσμημένο κιονόκρανο. Στη συνέχεια, ακολουθούσαν το ακόσμητο επιστύλιο και το κοσμημένο διάζωμα. Τέλος, στους απλούς και απέριττους τοίχους αντιπαραβαλλόταν η στέγη με έναν πλούσιο διάκοσμο από εναέτιες μορφές, ακρωτήρια και υδρορρόες.


| εισαγωγή | γράμματα | τέχνες | θρησκεία | Αρχαϊκή Περίοδος

Σημείωση: Επιλέγοντας τις εικόνες θα δείτε μια σύντομη περιγραφή.